2.50 π.μ.


17 του Νοέμβρη ήταν αδελφέ μου και έκλεισες τα μάτια χωρίς να συλλογίζεσαι τα 22 σου χρόνια.
Δεν άντεχες λέει να σου ματώσουν πιο πολύ τα ιδανικά.
Μια παρέα, ήσαστε όλοι καθισμένοι στα σκαλιά του Πολυτεχνείου.
Οι ψυχές σας γενναίες, αποφασισμένες να πολεμήσουν για την ελευθερία, για την αποκατάσταση της ανθρωπιάς, για τη μεταποίηση του ανθρώπινου ξεπεσμού σε περηφάνια.

Σε πιστεύω αδελφέ μου, ήσουν διψασμένος και ‘συ μα... βιάστηκες. Βιάστηκες να στηριχτείς πάνω στην πόρτα του Πολυτεχνείου.
Έπρεπε να σκεφτείς...
Ένας σιδερένιος δράκοντας πλησίαζε και ένα παιδί – στα χρόνια σου θα ήταν – δεν τόλμησε, όπως εσύ να τον στρέψει προς ΕΚΕΙΝΟΥΣ!
Μα τους υπάκουσε και ήρθε προς εσένα! Λάθος! Mην του κρατάς κακία...
Σκότωσε το κορμί σου μα δε σε νίκησε, γιατί εσύ άκουσες τη φλόγα της ψυχής σου και όχι πολιτικές διαταγές.
Τι κι αν η άσπρη σου φανέλα έγινε πορφυρή;
Τι κι αν ο ήλιος καλημέρισε το νεκρό σου σώμα;
Τι κι αν συντρίμμια στόλισαν τα μαλλιά σου;
ΕΣΥ ΔΕΝ ΠΕΘΑΝΕΣ!
Εσύ τους δίδαξες πως η ελληνίδα τούτη γη δε σκεπάζεται από νεκρά νιάτα. Σκεπάζεται από νεκρές δικτατορίες και αφήνει πάνω της να φυτρώνουν κλαριά ελπίδας, κλαριά δημοκρατίας και ανθρωπιάς.
Μη στεναχωριέσαι αδελφέ μου! Ο χάρος γελά γιατί δεν ξέρει πως στη χούφτα σου είχες ένα κυκλάμινο για όπλο, ενάντια σε τουφέκια και τανκ. Ποιος να τον διδάξει άλλωστε;

Η μάνα σε περίμενε τ’ απόγευμα εκείνο. Ζέσταινε το τσουκάλι, σιγοτραγουδούσε. Όμως εσύ δε γύρισες! Ένα παράπονο της έμεινε στα χείλη και μια τρεμάμενη φωνή να ψελλίζει: ‘‘Ήταν παιδιά και όμως τους νίκησαν’’ γιατί ΕΚΕΙΝΗ ξέρει πως μια φορά σου χτυπά την πόρτα ο θάνατος, κι αν είναι να του ανοίξεις καν’ το γιατί έτσι θέλεις. Γιατί έτσι πρέπει, γιατί αυτό σε διέταξε η ψυχή σου!

Κι αν οι άλλοι νομίζουν ότι κάπου κείτεσαι αδελφέ μου, εγώ ξέρω: Είσαι ένα λευκό περιστέρι που πετά ψηλά στον ουρανό και αντικρίζει πρώτο κάθε μέρα την αυγή...
Κι αυτό γιατί ΕΣΥ δεν πέθανες! Πέρασες στις καρδιές μας. Ήσουν από τους λίγους που ήξεραν να ακούν τι τους έλεγε η ψυχή τους!
Ζεις αθάνατε αδελφέ μου.
Ζεις με αναμνήσεις, με έργα, με ιδέες.
Ζεις γιατί μπόρεσες με τα λόγια σου να γράψεις τραγούδια...
Ζεις γιατί μπόρεσες με το αίμα σου να γράψεις ιστορία...

2 σχόλια:

Zed είπε...

:)

Kostis είπε...

Σκόπιμα καθυστερημένη υποσημείωση: Το πόνημα αυτό είναι μιας φίλης, που το έγραψε στη Β' Γυμνασίου.

Δημοσίευση σχολίου